Γνώμες
15 Μαρτίου, 2024

Μετάνοια – Εξομολόγηση

Διαδώστε:

Εἰσήγηση τοῦ Ἐπισκόπου Μπουκόμπας καί Δυτικῆς Τανζανίας Χρυσόστομου στό Σεμινάριο Πνευματικῶν BUKOBA11/3 /2024

Ἀγαπημένοι μου ἀδελφοί.

Ὁ Θε­ός τῆς ἀ­γά­πης ὁ Κύ­ριος μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός μέ τήν με­τά­νοι­α, μᾶς ἐ­λευ­θέ­ρω­σε ἀ­πό τήν τυ­ραν­νί­α τῆς ἁ­μαρ­τί­ας. «Αὐ­τός εἶ­ναι ὁ ἀ­μνός τοῦ Θε­οῦ, πού παίρ­νει πά­νω του τήν ἁ­μαρ­τί­α τῶν ἀν­θρώ­πων» (Ἱ­ω­αν. 1, 29). «Αὐ­τός πού δέν εἶ­χε γνω­ρί­σει ἁ­μαρ­τί­α, φορ­τώ­θη­κε μέ ὅ­λη τήν ἁ­μαρ­τί­α γιά χά­ρη μας, γιά νά μπο­ρέ­σου­με μέ­σῳ ἐ­κεί­νου νά βροῦ­με τή σω­τη­ρί­α κον­τά στό Θε­ό» (Ρωμ. 5, 21).

Με­τά­νοι­α ἦ­ταν τό πρῶ­το Του κή­ρυγ­μα. «Με­τα­νο­εῖ­τε για­τί ἔ­φθα­σε ἡ βα­σι­λεί­α τοῦΘε­οῦ» (Ματθ.4, 17). Κά­λε­σε τούς πάν­τας «εἰς με­τά­νοι­αν καί ἄ­φε­σιν ἁ­μαρ­τι­ῶν εἰς πάν­τα τά ἔ­θνη» (Λουκ.24, 47).

Στήν ἐ­πί τοῦ Ὄ­ρους Ὁ­μι­λί­α Του, ὁ Κύ­ριος συμ­πλή­ρω­σε τόν Μω­σα­ϊ­κό νό­μο καί ἀ­νέ­δει­ξε σάν με­γα­λύ­τε­ρη ἀ­ρε­τή, τήν ἀ­γά­πη γιά τούς ἐ­χθρούς. Χτύ­πη­σε τήν ἁ­μαρ­τί­α στή ρί­ζα της.

Ἡ ἁ­μαρ­τί­α ἀρ­χί­ζει  ἀ­πό τόν λο­γι­σμό καί τήν ἐ­πι­θυ­μί­α. Ὁ­πό­τε ἡ με­τά­νοι­α ξε­κι­νᾶ ἀ­πό τήν ἀλ­λα­γή τοῦ νοῦ καί τήν ἀλ­λα­γή τῆς ἐ­πι­θυ­μί­ας.

Χτύ­πη­σε τήν ὑ­πο­κρι­τι­κή ἀ­ρε­τή, πού πε­ρι­ο­ρι­ζό­ταν στόν ἔ­λεγ­χο μό­νο τῆς ἐ­ξω­τε­ρι­κῆς συμ­πε­ρι­φο­ρᾶς.

1. Ἡ ἁμαρτία

Ἡ με­γα­λύ­τε­ρη δυ­στυ­χί­α τοῦ ἀν­θρώ­που εἶ­ναι ἡ ἁ­μαρ­τί­α.

Ἁ­μαρ­τί­α ση­μαί­νει ἀ­πο­τυ­χί­α τῆς προ­σπά­θειας γιά ὁ­λο­κλή­ρω­ση τοῦ ἀν­θρώ­που. Ἀ­πο­τυ­χί­α στό νά εἶ­ναι ἄν­θρω­πος. Ἀ­πο­τυ­χί­α τοῦ σκο­ποῦ, πού εἶ­ναι ἡ σω­τη­ρί­α. Λά­θος ἐ­νέρ­γεια. Ἀ­νυ­πα­κο­ή στό θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ.

Ἡ ἁ­μαρ­τί­α πε­ρι­λαμ­βά­νει ὅ­σα λαν­θα­σμέ­να κά­νει ὁ ἄν­θρω­πος μέ τή σκέ­ψη, τή θέ­λη­ση καίτήν πρά­ξη.

Ἡ με­γα­λύ­τε­ρη ἁ­μαρ­τί­α εἶ­ναι ὁ ἐ­γω­ϊ­σμός καί ἀ­πό αὐ­τόν ά­πορ­ρέ­ουν ὅ­λες οἱ ἄλ­λες ἁ­μαρ­τί­ες. Ἡ φι­λο­δο­ξί­α, ἡ φι­λαρ­γυ­ρί­α καί ἡ φι­λη­δο­νί­α.

Ἡ πε­ρη­φά­νεια, ἡ πλε­ο­νε­ξί­α, ἡ ἠ­δο­νή ξε­γε­λοῦν τόν ἄν­θρω­πο καί τόν πα­ρα­σύ­ρουν νά κά­νει τήν ἀ­μαρ­τί­α, πού πολ­λές φο­ρές δέν θέ­λει.

2. Ἡ συνειδητοποίηση τῆς ἁμαρτίας

Ὁ Θε­ός στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη μέ τίς δέ­κα ἐν­το­λές βο­ή­θη­σε τόν ἄν­θρω­πο νά συ­νει­δη­το­ποι­ή­σει τήν ἁ­μαρ­τί­α του.

Στήν Και­νή Δι­α­θή­κη ἔρ­χε­ται ὁ ἴ­διος ὁ Θε­ός καί γί­νε­ται ἄν­θρω­πος στό πρό­σω­πο τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, γιά νά ἐ­λευ­θε­ρώ­σει τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό τήν ἁ­μαρ­τί­α. Τό πρῶ­το κή­ρυγ­μα τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ ἦ­ταν κή­ρυγ­μα με­τα­νοί­ας. Στήν δι­δα­σκα­λί­α Του ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός μᾶς δι­δά­σκει τήν ἀ­πε­λευ­θέ­ρω­ση ἀ­πό τήν ἁ­μαρ­τί­α, μέ τήν με­τά­νοι­α. «Δέν ἤρ­θα νά κα­λέ­σω σέ με­τά­νοι­α τούς δι­καί­ους, αλ­λά τούς α­μαρ­τω­λούς» (Ματθ. 9, 13). «Ἄν δέν με­τα­νο­ή­σε­τε, θά χα­θεῖ­τε» (Ματθ. 13, 3), «θά χα­θεῖ­τε ἐξαἰ­τί­ας τῆς ἁ­μαρ­τί­ας σας» (Ἰ­ω­αν.8,21), «σᾶς βε­βαι­ώ­νω πώς ὅ­ποι­ος ἁ­μαρ­τά­νει εἶ­ναι δοῦ­λος τῆς ἁ­μαρ­τί­ας» (Ἰ­ω­αν. 8, 34), «ὅ­λοι ἔ­χουν ἁ­μαρ­τή­σει καί βρί­σκον­ται μα­κριά ἀ­πό τήν δό­ξα τοῦ Θε­οῦ. Ὁ Θε­ός ὅ­μως τούς δι­και­ώ­νει χω­ρίς ἀν­τάλ­λαγ­μα, μέ τήν χά­ρη του. Γι’ αὐ­τό ἔ­στει­λε τόν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό νά μᾶς ἐ­λευ­θε­ρώ­σει ἀ­πό τήν ἁ­μαρ­τί­α» (Ρωμ.4, 23-24), «δέν εἴ­μα­στε πιά ὑ­πό­δουλοι στό ζυ­γό τῆς ἁ­μαρ­τί­ας» (Ρωμ.6, 6).

3. Ὁ ἀγῶνας κατά τῆς ἁμαρτίας

Ὁ χρι­στια­νός ἀ­γω­νί­ζε­ται σ’ ὅ­λη του τή ζω­ή κα­τά τῆςἁ­μαρ­τί­ας.

Πο­λε­μᾶ τόν ἁ­μαρ­τω­λό λο­γι­σμό, πο­λε­μᾶ τήν ἁ­μαρ­τω­λή ἐ­πι­θυ­μί­α πρίν ἀ­κό­μη γί­νουν πρά­ξη.

Καί ἄν γί­νει ἡ πρά­ξη, ἀ­γω­νί­ζε­ται νά μήν ἐ­πα­να­λη­φθεῖ, γιά νά μή γί­νει πά­θος. Ὅ­ταν ἡ ἁ­μαρ­τί­α γί­νει πά­θος ρι­ζώ­νει καί δύ­σκο­λα ξε­ρι­ζώ­νε­ται.

Ὅ­πλα στόν ἀ­γῶ­να κα­τά τῆς ἁ­μαρ­τί­ας ὁ χρι­στια­νός χρη­σι­μο­ποι­εῖ τήν ὅ­λη ζω­ή του μέ­σα στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Ἡ συμ­με­το­χή στή Θεί­α Λει­τουρ­γί­α, ἡ ἀ­κρό­α­ση καί ἡ με­λέ­τη τοῦ λό­γου τοῦ Θε­οῦ, ἡ προ­σευ­χή, ἡ νη­στεί­α εἶ­ναι δυ­να­τά ὅ­πλα κα­τά τῆςἁ­μαρ­τί­ας, πού βο­η­θοῦντήν με­τά­νοι­α.

4. Τό μυστήριο τῆς μετάνοιας

Ὁ Χρι­στός μας μᾶς πα­ρέ­δω­σε αὐ­τό τό με­γά­λο μυ­στή­ριο τῆς με­τα­νοί­ας, πού μᾶς προ­σφέ­ρει τήν ἀ­πε­λευ­θέ­ρω­ση ἀ­πό τήν σκλα­βιά τῆς ἁ­μαρ­τί­ας.

Ἀ­φοῦ ὁ χρι­στια­νός συ­νει­δη­το­ποι­ή­σει τήν ἁ­μαρ­τί­α πού δι­έ­πρα­ξε, μι­σεῖ τήν ἀ­μαρ­τί­α καί ἀ­πο­φα­σί­ζει νά μή ξα­να­μαρ­τή­σει. Πη­γαί­νει τό­τε στόν πνευ­μα­τι­κό πα­τέ­ρα καί ἐ­ξο­μο­λο­γεῖ­ται τίς ἁ­μαρ­τί­ες του μέ πό­νο καί με­τά­νοι­α.

Ὁ πνευ­μα­τι­κός Ἱ­ε­ρέ­αςἀ­κού­ει τίς ἁ­μαρ­τί­εςτοῦμε­τα­νο­οῦν­τοςχρι­στια­νοῦ, τόν συμ­βου­λεύ­ει, πῶςνάμήτήνἐ­πα­να­λά­βει. Στή συ­νέ­χεια βά­ζει τόπε­τρα­χῆ­λι του καίτό χέ­ρι του στό κε­φά­λι καί δι­α­βά­ζει τήν συγ­χω­ρη­τι­κή εὐ­χή.

Ἔ­τσι ἡ ἁ­μαρ­τί­α συγ­χω­ρεῖ­ται καί σβύ­νει ἀ­πό τόν ἄν­θρω­πο.

Ὁ χρι­στια­νός στό μυ­στή­ριο τῆς ἐ­ξο­μο­λο­γή­σε­ως βι­ώ­νει τήν ἀ­γά­πη τοῦ Θε­οῦ.

Ναί, τό μυ­στή­ριο τῆς ἐ­ξο­μο­λο­γή­σε­ως εἶ­ναι τό μυ­στή­ριο τῆς ἀ­γά­πης τοῦ Θε­οῦ.

5. Ἡ συμμετοχή μας στό μυστήριο

Ὅ­ταν ἦλ­θα στήν Ἐ­πι­σκο­πή δι­ε­πί­στω­σα, ὅ­τι τό μυ­στή­ριο αὐ­τό ἦ­ταν ἄ­γνω­στο.

Δέ νὑ­πῆρ­χε οὔ­τε ἕ­νας πνευ­μα­τι­κός καίθε­ω­ρεῖ­ το μυ­στή­ριο, πού εἶ­χαν μό­νο οἱ Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κοί.

Ὁ Κύ­ριος εἶ­πεστούς μα­θη­τές του «νά κη­ρύ­ξουν με­τά­νοι­α στόὄ­νο­μα Του καίἄ­φε­σηἁ­μαρ­τι­ῶν σ’­ὅ­λατάἔ­θνη» (Λουκ. 24, 47).

Ἑ­πο­μέ­νως ἡ με­τά­νοι­α εἶ­ναιτό πε­ρι­ε­χό­με­νο τῆςἹ­ε­ρα­πο­στο­λῆςτῆςἘκ­κλη­σί­ας μας.

Μέ τήν εὐ­λο­γί­α τοῦ Μα­κα­ρι­ω­τά­του Πα­τριά­ρχου μας κ. Θε­ο­δώ­ρου χει­ρο­θε­τή­σαμε 17 νέ­ους πνευ­μα­τι­κούς πα­τέ­ρες, τούς ὁ­ποί­ους ἐκ­παι­δεύ­ου­με στά Σε­μι­νά­ρια Πνευμα­τι­κῶν που ὀρ­γα­νώ­νει ἡ Ἐ­πι­σκο­πή. Μέ ἐγ­κύ­κλιο μας ἔ­χου­με κα­θο­ρί­σει σέ ποι­ές Ἐ­νορί­ες μας ἐ­πι­σκέ­πτον­ται πρίν τά Χρι­στού­γεν­να καί πρίν τό Πά­σχα, γιά νά ἐ­ξο­μο­λο­γοῦν σέ συν­νε­νό­η­ση μέ τούς Ἐ­φη­με­ρί­ους.

Ὅ­ταν βλέ­πε­τε μιά ἁ­μαρ­τί­α ἐ­πά­νω σας, πᾶ­τε στό πνευ­μα­τι­κό τῆς Ἐ­νο­ρί­ας σας καί ἐ­ξο­μο­λο­γη­θεῖ­τε. Μήν κοι­νω­νᾶ­τε τό Σῶ­μα κα­ί τό Αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ ἔ­χον­τας ἀ­με­τα­νό­η­τη καί ἀ­νε­ξο­μο­λό­γη­τη ἁ­μαρ­τί­α.

Γευ­θεῖ­τε τήν ἀ­γά­πη τοῦ Χρι­στοῦ μας, στό μυ­στή­ριο τῆς ἐ­ξο­μο­λο­γή­σε­ως.

Τό φάρ­μα­κο τῆς σω­τη­ρί­ας ἕ­να: «δά­κρυ­α δι­κά μας καί τοῦ Χρι­στοῦ τό Αἷ­μα». Εἶ­ναι τά ἀ­πορ­ρυ­παν­τι­κά τῆς ψυ­χῆς μας.

Ὅ­πως γιά νά κα­θα­ρί­σου­με τά ροῦ­χα χρη­σι­μι­ποι­οῦ­με νε­ρό καί σα­πού­νι, ἔ­τσι γιά νά κα­θα­ρί­σου­με τήν ψυ­χή μας χρη­σι­μο­ποι­οῦ­με γιά νε­ρό τά δά­κρυ­α μας καί γιά σαπού­νι τό Αῐμα τοῦ Χρι­στοῦ.

Τά δά­κρυ­α, δά­κρυ­α τῆς με­τα­νοί­ας, καί ἡ Θεί­α Κοι­νω­νί­α μᾶς ἐ­λευ­θε­ρώ­νουν ἀ­πό τήν ἁ­μαρ­τί­α. Καί γι­νό­μα­στε πά­λι παι­διά καί φί­λοι τοῦ Θε­οῦ καί ἀ­δέλ­φια καί φί­λοι τῶν συ­να­γω­νι­στῶν χρι­στια­νῶν.

Ξα­να­παίρ­νου­με πά­λι τή θέ­ση μας μέ­σα στήν οἰ­κο­γέ­νεια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.

Διαδώστε: